Η παρουσία μιας επιχείρησης στο διαδίκτυο θεωρείται επιτακτική ανάγκη για τη βιωσιμότητα και ανάπτυξή της. Στις μέρες μας, η καταναλωτική συμπεριφορά επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τη χρήση ψηφιακών μέσων και ακόμη περισσότερο μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Πλέον, το ερώτημα δεν είναι εάν οι άνθρωποι κάνουν εγγραφή σε κάποιο μέσο, αλλά ποια μέσα επιλέγουν και γιατί.
Ακολούθως, οι επιχειρήσεις ωθούνται στη δημιουργία εταιρικών σελίδων στα κοινωνικά δίκτυα, ώστε να είναι σε συνεχή επικοινωνία με το κοινό τους. Η διαφορά με το παρελθόν είναι ότι αυτή η επικοινωνία είναι αμφίδρομη, επιτρέποντας στους καταναλωτές να αλληλεπιδρούν με την εταιρεία πολύ πιο εύκολα και άμεσα.
Παρότι υπάρχουν κι άλλοι λόγοι για τους οποίους μια επιχείρηση αποφασίζει να χρησιμοποιήσει τα κοινωνικά δίκτυα, η επικοινωνία φαίνεται να είναι ο πιο σημαντικός. Μέσα από αυτά, η εταιρεία δεν αρκείται στο να δημοσιεύει περιεχόμενο, αλλά επιθυμεί τη σύνδεση με τους καταναλωτές και το κτίσιμο, τη διάδοση και τη συντήρηση της αναγνωρισιμότητας του brand της. Επενδύοντας σε αυτή τη σχέση, η εταιρεία είναι σε θέση να αφουγκράζεται το κοινό της και να βελτιώνει τις υπηρεσίες ή τα προϊόντα της σύμφωνα με το feedback που λαμβάνει καθημερινά.
Επίσης, οι ευχαριστημένοι πελάτες ή ακόλουθοί της μπορούν να ενισχύσουν το brand, κοινοποιώντας ή κάνοντας like σε μία ανάρτηση, αφού με αυτή την κίνηση διαδίδουν το περιεχόμενο σε ακόμη περισσότερους χρήστες. Οι ειδικοί του παραδοσιακού marketing ανέκαθεν ισχυριζόντουσαν ότι η καλύτερη διαφήμιση είναι αυτή που διαδίδεται από στόμα σε στόμα, γιατί οι άνθρωποι θα ακούσουν και θα εμπιστευτούν κάποιον που γνωρίζουν πολύ περισσότερο από το να εκτεθούν σε μια απρόσωπη διαφήμιση. Τώρα, με τις δυνατότητες του ψηφιακού μάρκετινγκ, αυτό μπορεί να επιτευχθεί σε πολύ λιγότερο χρόνο (με ένα κλικ) και σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό (παγκόσμια εμβέλεια).
Ένας ακόμη λόγος που οι επιχειρήσεις χρησιμοποιούν τα ψηφιακά μέσα είναι η μείωση του διαφημιστικού κόστους σε συνδυασμό με καλύτερη στόχευση κοινού. Για να καταχωρίσει κανείς μια δημοσίευση σε κάποιο ηλεκτρονικό μέσο (τηλεόραση, ραδιόφωνο) ή έντυπο μέσο (περιοδικό, εφημερίδα) πρέπει να πληρώσει αδρά και μάλιστα χωρίς να γνωρίζει σε ποιό κοινό απευθύνεται και εάν η διαφήμισή του είχε αποτέλεσμα. Αντιθέτως, οι διαφημιστικές καμπάνιες που πραγματοποιούνται με ψηφιακά μέσα, έχουν μικρότερο κόστος – μάλιστα το κόστος ορίζεται από το budget που η ίδια η επιχείρηση θέλει να διαθέσει και όχι από το μέσο στο οποίο θα διαφημιστεί – και στοχευμένο κοινό. Ο διαφημιζόμενος μπορεί να επιλέξει μια σειρά κριτηρίων (όπως φύλο, ηλικία, τοποθεσία, ενδιαφέροντα) τα οποία θα φιλτράρουν την αγορά αναζητώντας τους κατάλληλους υποψήφιους πελάτες. Επομένως, η επιχείρηση μπορεί να απευθυνθεί στους καταναλωτές εκείνους που θα εκτιμήσουν την πληροφορία που τους δίνεται και είναι πιο πιθανό ότι θα αντιδράσουν. Επιπλέον, η επιχείρηση έχει στη διάθεσή της στατιστικά που μπορεί να αξιολογήσει και να ερευνήσει για μελλοντικές τις καμπάνιες.